Ο Εμπορικός Σύλλογος Νίκαιας – Αγ. Ι. Ρέντη για την ιστορία του Αγ. Ι. Ρέντη:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓ. Ι. ΡΕΝΤΗ
Φυσική γεωγραφική θέση
Η ευρύτερη περιοχή του Ρέντη εντοπίζεται στο δέλτα των ποταμών του Λεκανοπεδίου, κυρίως του Κηφισού και του Ιλισού, αλλά και πολλών άλλων μικρότερων ρευμάτων και χειμάρρων. Ο Δήμος Αγ. Ι. Ρέντη, έτσι όπως προϋπήρξε ως ανεξάρτητος δήμος, πριν τη συνένωσή του με τη Νίκαια και τη δημιουργία του νέου ενιαίου Δήμου Νίκαιας-Αγ. Ι. Ρέντη, ανατολικά, περικλείεται από τις υπώρειες του Υμηττού, που φτάνουν από την Αθήνα μέχρι το Παλαιό Φάληρο, ενώ δυτικά και βορειοδυτικά περιστοιχίζεται από τη λοφώδη περιοχή του Αιγάλεω και την Πειραϊκή. Νότια, βρίσκεται ο Σαρωνικός κόλπος, ενώ προς το βορρά ανοίγεται μια μεγάλη πεδινή περιοχή που φτάνει ως τη Νέα Φιλαδέλφεια. Το βόρειο τμήμα της είναι βοσκότοποι, καλλιέργειες δημητριακών, αμπελιών, ελαιών. Ο περίφημος Ελαιώνας της Αττικής εκτείνεται πέραν της οδού Π. Ράλλη μέχρι την Κηφισιά.
Ιστορική εξέλιξη
Ο Δήμος Αγ. Ι. Ρέντη εντάσσεται στην ευρύτερη περιοχή που ταυτίζεται με τον αρχαίο Δήμο της Ξυπετής, που παλιότερα ονομαζόταν Δήμος Τρώων ή Τροία, ενώ η ιστορία του ανάγεται χρονικά στο απώτατο παρελθόν. Το 358 π.Χ., ο Επίκουρος ίδρυσε την περίφημη φιλοσοφική σχολή του στο επονομαζόμενο “Ρένδιον Πεδίον”, που ηχητικά μας παραπέμπει στο όνομα Ρέντης. Από τον 6ο αι. π.Χ. έως τον 2ο αι. μ.Χ. ο τόπος κατοικήθηκε από τους Ιπποθοωντίδες, μία από τις ισχυρότερες και πλουσιότερες φυλές της Αθήνας, οι οποίοι ασχολούνταν κυρίως με την εκτροφή πολεμικών αλόγων .
Από τον 1ο έως τον 12ο αι. μ.Χ. η περιοχή υπαγόταν στον Δήμο Ελαιέων, ενώ μετά από σιγή αρκετών χρόνων έγινε γνωστή με το όνομα Ρέντης ή Αγ. Ι. Ρέντης. Ετυμολογικά Ρέντης σημαίνει “εκ των έσω ρέον ύδωρ”, ονομασία με την οποία εμφανίζεται κατά τον 16ο αι. για να τη διατηρήσει μέχρι τις μέρες μας, ενώ η επωνυμία Αγ. Ι. Ρέντης πηγάζει από την ύπαρξη του ομώνυμου ναού.
Τον 20ο αιώνα συστήθηκε –από τμήματα των Δήμων Αθηνών και Πειραιώς– ως αυτόνομη Κοινότητα με την επωνυμία: Κοινότητα Αγ. Ι. Ρέντη, ενώ τον Σεπτέμβριο του 1946 ανακηρύχθηκε σε Δήμο, με το όνομα Δήμος Αγ. Ι. Ρέντη.
Ιστορική και πολεοδομική εξέλιξη (19-20 αι.)
Λόγω της αφθονίας των υδάτων, η γη του Αγ. Ι. Ρέντη χρησιμοποιήθηκε κυρίως για την καλλιέργεια των κηπευτικών. Παράλληλα διατηρούταν –παρά τις πολεμικές καταστροφές από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και επί οθωμανικής κυριαρχίας– ο Ελαιώνας, ο οποίος φαινόταν να αναγεννιέται διαρκώς μέσα από τις στάχτες του προσδίδοντας στην περιοχή μια φυσική ομορφιά ιδιαίτερου κάλλους.
Στα τέλη του 19ου αι. ο τόπος βρέθηκε εγκλωβισμένος ανάμεσα στις αντιτιθέμενες καταστάσεις, που υπαγορεύονταν από τις γενικότερες πολιτικοοικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής: τη βιομηχανία της περιοχής Ρουφ στην οδό Πειραιώς, και τη μεγαλοαστική χρήση της ακτής, αν και μέχρι τότε διατηρούταν, ακόμη, ο γεωργικός χαρακτήρας του τόπου. Όσον αφορά στις υποδομές, ο Ρέντης έδινε νερό στον Πειραιά από το 1850 έως το 1932. Η έλλειψη υπονόμων στην Αθήνα είχε ως αποτέλεσμα σε κάθε βροχή οι κατωφερείς δρόμοι να μεταβάλλονται σε απειλητικούς χείμαρρους. Στις 14 Νοεμβρίου 1896, 17 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στην πλημμύρα του Κηφισού.
Ο εποικισμός της περιοχής
Μετά το 1850 κατέφθασαν σποραδικά –στην ευρύτερη περιοχή του Ρέντη– νησιώτες από την Νάξο, την Αίγινα και την Άνδρο, προκειμένου να εργαστούν ως εργάτες και ψυχογιοί. Συγκεντρώνοντας τα πρώτα τους χρήματα αγόρασαν μια μικρή έκταση και μερικά ζώα, κυρίως αγελάδες, και προσπάθησαν να επιβιώσουν καθώς ήταν άνθρωποι οικογενειάρχες νοικοκυραίοι, εργατικοί. Κάποιοι δημιούργησαν περιουσίες και έκαναν τον Ρέντη –στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αι.– ένα προάστιο του Πειραιά, με ανθόκηπους και βίλες, ιδιοκτησίες των πλουσιότερων κατοίκων και των μεγαλοϊδιοκτητών.
Ο Ρέντης στον Μεσοπόλεμο
Κατά τον Μεσοπόλεμο ο Ρέντης –ως εξοχική περιοχή– θεωρήθηκε εκδρομικός προορισμός της εργατικής, κυρίως, τάξης, σε αντίθεση με το Φάληρο ή την Κηφισιά που –ως τόποι αναψυχής– προσέλκυαν το ενδιαφέρον της ανώτερης αστικής τάξης. Στον Μεσοπόλεμο, βόρεια του ομώνυμου σταθμού του ηλεκτρικού, δημιουργήθηκε ο οικισμός του Μοσχάτου, ο οποίος ήταν κυρίως βιομηχανικός, ενώ παράλληλα φτιάχτηκε το μεγάλο αμαξοστάσιο και το εργοστάσιο επισκευής τροχαίου υλικού. Όλες οι μικρές και οι μεγάλες παραδοσιακές βιομηχανίες της Αθήνας συγκεντρώθηκαν στον άξονά του, καθώς και στην περιοχή του Μοσχάτου, ενώ στην περιοχή του Αγ. Ι. Ρέντη εγκαταστάθηκαν –ήδη από τον Μεσοπόλεμο, και κυρίως μετά το 1922– πολλές βιομηχανίες. Έτσι, η αγροτική περιοχή του Ρέντη σταδιακά μετατράπηκε σε βιομηχανική περιοχή.
Η περιοχή ως αυτόνομη κοινότητα
Μέχρι και το 1926, η περιοχή περιγραφόταν ως συνοικισμός –μεταξύ Αθηνών και Πειραιώς κοντά στον Κηφισό– που αντιστοιχούσε στη στάση Μοσχάτου του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς. Το ανατολικό μέρος υπαγόταν στον Δήμο Αθηναίων και το δυτικό στον Δήμο Πειραιώς. Η κοινότητα του Αγ. Ι. Ρέντη συστήθηκε από τμήματα των Δήμων Αθηνών και Πειραιώς, με το Βασιλικό Διάταγμα της 16/2/1925, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ υπ’ αρ. 48, τεύχος Α΄.
Το σχέδιο πόλεως
Στον Μεσοπόλεμο, ο Ρέντης περιλάμβανε οικιστικούς πυρήνες που είχαν δημιουργηθεί ανάμεσα στα περιβόλια και στις καλλιέργειες. Το 1935 πραγματοποιείται το πρώτο σχέδιο πόλεως, το οποίο περιλάμβανε όλο τον χώρο, από τις προσφυγικές συνοικίες του Αγ. Ιωάννη μέχρι και τον Απόλλωνα. Η περιοχή παρέμεινε αδόμητη μέχρι τον πόλεμο, καθώς και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ενώ ουσιαστική οικοδόμηση –τόσο εντός όσο και εκτός σχεδίου– εμφανίστηκε μετά το 1950.
Οι λαχανόκηποι
Περί το 1940 η πόλη του Αγ. Ι. Ρέντη αποτελούσε την τρίτη πόλη του Λεκανοπεδίου –μετά το Χαλάνδρι και την Κηφισιά– σε εκτάσεις καλλιεργειών κηπευτικών. Οι εκτάσεις αυτές δεν ήταν πάντα αμιγείς λαχανόκηποι, αλλά συχνά αναμειγνύονταν με αμπέλια και ελιές. Οι λαχανόκηποι του Ρέντη ήταν η κύρια τροφοδοτική πηγή της λαχαναγοράς του Πειραιά, των Αθηνών και του Ταύρου.
Το προσφυγικό στοιχείο στην περιοχή του Ρέντη
Στον Ρέντη δεν συναντάμε το φαινόμενο της εγκατάστασης μεγάλων μονάδων προσφυγικού πληθυσμού σε παράγκες ή παραπήγματα, όπως συνέβη σε πλήθος γειτονικές περιοχές (Κοκκινιά, Ταύρο κ.ά.), αλλά μια ελεγχόμενη αριθμητικά εγκατάσταση των προσφύγων, που καταλήγει στη δημιουργία τριών προσφυγικών συνοικισμών, αυτού που συγκροτείται στην πλατεία του Αγίου Ιωάννη Ρέντη, του Σταματάκη και του Απόλλωνα. Ενώ πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, στα 1920, ο πληθυσμός του Ρέντη ήταν 1.457 κάτοικοι, το 1928 σχεδόν διπλασιάστηκε –αγγίζοντας τον αριθμό των 3.289 κατοίκων– με την εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και τη Ρουμανία.
Κατοχική περίοδος
Ο αγροτικός χαρακτήρας της περιοχής κράτησε έξω από τη δίνη των γεγονότων τον Αγ. Ι. Ρέντη στη διάρκεια της Κατοχής και των Δεκεμβριανών, ενώ αντιθέτως στις γειτονικές εργατικές και προσφυγικές συνοικίες ο τόπος δοκιμαζόταν διαρκώς. Στην Κοκκινιά, στον Πειραιά, στην Καλλιθέα, στου Χαροκόπου δίνονταν διαρκώς μάχες των ελασιτών κατά των ταγματασφαλιτών και των Γερμανών φασιστών.
Ο πληθυσμός του Ρέντη μεταπολεμικά
Η πρώτη μεταπολεμική απογραφή του 1951 κατέγραψε 5.375 κατοίκους, ενώ σε δέκα χρόνια ο Ρέντης διπλασίασε τον πληθυσμό του, ο οποίος αυξήθηκε στους 11.204 κατοίκους, λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης που ακολούθησε τον εμφύλιο και της έντονης αστικοποίησης των δυτικών εργατικών περιοχών του Λεκανοπεδίου. Η άνοδος συνεχίστηκε με μειωμένους ρυθμούς για να καταλήξει το 1971 στους 17.560 κατοίκους. Το 1981, με τη μετατροπή του σε βιομηχανική περιοχή, ο Ρέντης αριθμούσε 16.276 κατοίκους, ενώ το 1991 ο πληθυσμός του μειώθηκε στους 14.218. Σύμφωνα με την απογραφή της 18ης Μαρτίου 2001, ο Δήμος Αγ. Ι. Ρέντη προσμετρούσε 15.047 κατοίκους, ενώ οι ρυθμοί αύξησης του πληθυσμού –μετά το 1971– είναι αρνητικοί.
Η εκβιομηχάνιση της περιοχής
Το πρόσωπο του Ρέντη άλλαξε κυρίως μεταπολεμικά, όταν στα εδάφη του δημιουργήθηκαν πλήθος μικρών βιοτεχνιών και αποθηκών. Τη φυσιογνωμία της περιοχής μετέβαλαν η λαχαναγορά (από το 1960 και μετά), το γήπεδο του Ολυμπιακού (από το 1961) και τα μεγάλα εργοστάσια ΦΟΥΛΓΚΟΡ, ΡΟΛ-ΟΜΟ (ΒΙΑΝΥΛ), ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ (από το 1962/1963). Τα παραπάνω οδήγησαν στην πλήρη εξαφάνιση των λαχανόκηπων και την καταστροφή της κτηνοτροφίας, περί τα 1970-1975. Βιομηχανίες εισβάλλουν στην περιοχή του Ρέντη και από τους γείτονες δήμους, όπως το Μοσχάτο, τον Πειραιά, την Κοκκινιά, το Αιγάλεω. Στην περιοχή Πειραιά-Κοκκινιά υπάρχουν ακόμη οινοποιεία, υφαντουργεία, κεραμοποιεία. Στην οδό Π. Ράλλη συναντάμε, επίσης το ζυθοποιείο ΦΙΞ, τα μπισκότα ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, την αποθήκη υλικών του ΟΤΕ. Οι βιομηχανικοί βιοτεχνικοί κλάδοι που απαντώνται στον Ρέντη είναι οι εξής: ελαιουργίας, χημικής βιομηχανίας, κατασκευών, υφαντουργίας, οινοποιίας, πάγου, βυρσοδεψίας, βιομηχανίας τροφίμων. Στον Ρέντη, ο οποίος διέθετε κατάλληλο χώμα, ανάμεσα στα περιβόλια και τα βουστάσια –δίπλα στα οποία λειτουργούν τα βυρσοδεψεία– συναντάμε, επίσης, κεραμουργεία παραγωγής τούβλων και κεραμιδιών.
Υπηρεσίες υγείας-παιδείας και κοινωνική ζωή στο Ρέντη
Το 1922 λειτουργούσε ήδη στον Ρέντη ένα μονοτάξιο Δημοτικό Σχολείο, χωριστά αρρένων-θηλέων. Το 1928 το σχολείο, αφού έγινε μεικτό, μετακόμισε από τα “Κελιά” και στεγάστηκε σε πλινθόκτιστο κτίριο, το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα.
Ο εορτασμός του ναού του Αγ. Ι. Ρέντη, ο οποίος αποκαλείται θαυματουργός, θεωρείτο η κορυφαία θρησκευτική και κοινωνική εκδήλωση της περιοχής. Πολλά θαύματα αποδίδονταν στον άγιο. Στον εορτασμό του συνέρρεε πλήθος κόσμου και επισήμων. Αναφέρεται ότι το 1958 μετείχαν στη γιορτή 50.000 προσκυνητές.
Η εισβολή των βιομηχανικών εγκαταστάσεων (1967-1974)
Η τελική φάση της μετατροπής του Αγ. Ι. Ρέντη από γεωργικό καλλιεργητικό χώρο, εξαιτίας κυρίως του Ελαιώνα, σε περιοχή βιομηχανικών εξυπηρετήσεων (βιομηχανιών, αποθηκών, στάθμευσης φορτηγών κ.ά.) συνέβη στη διάρκεια της δικτατορίας. Προς αυτή την κατεύθυνση συνέβαλαν: α) η κομβική θέση, λόγω της γειτνίασης αφενός με το λιμάνι του Πειραιά και αφετέρου τις περιοχές με το διαθέσιμο εργατικό προσωπικό, β) η πληθωρική οικοδομική δραστηριότητα του λεκανοπεδίου, γ) οι ιδανικές φυσικές ιδιότητες για τους βιομηχανικούς κλάδους (κεραμοποιεία, σαπωνοποιεία, βυρσοδεψεία), εξαιτίας των άφθονων υπογείων υδάτων, του χαμηλού υψομέτρου, της ευνοϊκής τοπογραφίας.
Επιπροσθέτως, πλεονεκτήματα συνιστούσαν: α) η διάθεση μεγάλων εκτάσεων με χαμηλές τιμές γης για την κάλυψη των αναγκών επεκτατικής ανάπτυξης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων, β) η κυκλοφοριακή υποδομή στην περίμετρο του Ελαιώνα, μέσω οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, γ) η κομβική κυκλοφοριακή θέση. Τα παραπάνω εξηγούν τους λόγους για τους οποίους η περιοχή του Ελαιώνα, επωμίστηκε και πλήρωσε ακριβά το τίμημα της βιομηχανικής οικονομικής ανάπτυξης του κλεινού άστεως χάνοντας την αγροτική φυσιογνωμία και τον φυσικό περιβαλλοντικό χαρακτήρα της.
Από το χθες στο σήμερα
Η ιστορική διαδρομή που ακολούθησε ο Αγ. Ι. Ρέντη ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει στις μέρες μας. Με τη συγχώνευση των Δήμων συναντάμε τον Δήμο Αγ. Ι. Ρέντη ενοποιημένο με τον Δήμο Νίκαιας, υπό την κοινή ονομασία Δήμος Νίκαιας-Αγ. Ι. Ρέντη.
Στο παρελθόν, αλλά και στην περίοδο του Μεσοπολέμου, ο Ρέντης ήταν η γεωργική και κτηνοτροφική ενδοχώρα της Αθήνας, η οποία ακριβώς επειδή βρισκόταν πολύ κοντά στο άστυ, δεν επέτρεψε τη δημιουργία οικιστικών πυρήνων, όπως το Μαρούσι, το Χαλάνδρι, η Κηφισιά. Οι Αθηναίοι κτηματίες, καθώς και οι εργαζόμενοι στην περιοχή, διέμεναν στην ευρύτερη περιφέρεια της Αθήνας, ενώ στον Αγ. Ι. Ρέντη καλλιεργούσαν τα αμπέλια και τις ελιές που είχαν στην ιδιοκτησία ή την εποπτεία τους. Όταν το 19ο αι. ο Ρέντης στράφηκε αποφασιστικά στη λαχανοκαλλιέργεια, εποικίστηκε με ταχύτατο ρυθμό από νησιώτες. Περί το 1926, και μέχρι τη δεκαετία του ’60, λειτούργησε ως η περιοχή που φιλοξενούσε τους λαχανόκηπους και τα βουστάσια της Αθήνας. Στη συνέχεια –με πρωτοβουλία του κράτους ή των ιδιωτών– όλες οι ενοχλητικές δράσεις τοποθετήθηκαν στο δυτικό λεκανοπέδιο, κυρίως στην περιοχή του Ρέντη. Βιομηχανικές εγκαταστάσεις, λαχαναγορές, σφαγεία, χαβούζες, υπερτοπικοί οδικοί άξονες, σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, καθώς και εγκαταστάσεις μεταφορών φορτηγών και λεωφορείων, συνεργεία, αποθήκες και κάθε άλλου είδους παρόμοιες λειτουργίες και χρήσεις κατέλαβαν την περιοχή, η οποία αντί να διαφυλαχθεί –ως παραγωγικός χώρος και αναπνευστικός πνεύμονας των Αθηνών– εξαναγκάστηκε προς τον μονόδρομο της οικοδομικής και βιομηχανικής εκμετάλλευσης. Η χαριστική βολή δόθηκε στον Ρέντη, το 1975, με την απόφαση για τη μεταφορά των βουστασίων εκτός Λεκανοπεδίου Αττικής.
Ο Ελαιώνας και το υδάτινο σύστημα του Ιλισού και του Κηφισού, μαζί με την παραλία του Φαλήρου, αποτελούν τις αναπνευστικές πηγές ολόκληρου του λεκανοπεδίου, ιδιαιτέρως του πιο επιβαρυμένου τμήματός του, του δυτικού. Αυτό φαίνεται να είναι συνείδηση των πολιτών, καθώς και των δημοτικών αρχών που αγωνίστηκαν ή αγωνίζονται –με τις όποιες δυνάμεις τους– για την προάσπιση του περιβάλλοντος, κινούμενες προς μια αναπτυξιακή κατεύθυνση που δεν υποτιμά τη ζωή και δεν υπερτιμά το κέρδος. Εξάλλου, η βιοτική εξασφάλιση στο λεκανοπέδιο είναι χρέος και ζητούμενο όλων μας, και δεν αφορά μόνον την επιβίωση αλλά και το ευ ζην –ως αυτοσκοπό του ανθρώπου– τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Πολιτιστικοί χώροι
Στη Δημοτική Ενότητα Ρέντη λειτουργούν οι παρακάτω πολιτιστικοί χώροι.
Θέατρο Ιάκωβος Καμπανέλλης
Βρίσκεται στην είσοδο του Δημαρχείου Ρέντη, εγκαινιάστηκε από τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Ιάκωβο Καμπανέλλη, το 1998, και χρησιμοποιείται, κυρίως, για παραστάσεις θεατρικών ομάδων του Δήμου, σχολείων ή φορέων της πόλης, παρουσιάσεις βιβλίων και ομιλίες ποικίλου ενδιαφέροντος.
Θέατρο Μίκης Θεοδωράκης
Βρίσκεται πίσω από την κεντρική πλατεία, επί των οδών Νάξου και Σταυράκη, εγκαινιάστηκε από τον μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, το 1998, και είναι το πρώτο θέατρο στην Ελλάδα που παίρνει το όνομά του. Τους καλοκαιρινούς μήνες –στον αίθριο χώρο του– φιλοξενεί πολιτιστικές εκδηλώσεις του Δήμου, εκδηλώσεις συλλόγων και φορέων της πόλης, καθώς και το Διαδημοτικό Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Δήμων Αττικής.
Κέντρο Γιάννης Σιδέρης
Βρίσκεται απέναντι από το Δημαρχείο Ρέντη. Στο κτίριο στεγάζεται η Δημοτική Βιβλιοθήκη Ρέντη, ενώ στον χώρο εκδηλώσεων πραγματοποιούνται διάφορες εκδηλώσεις σχολείων, ΚΑΠΗ, παρουσιάσεις βιβλίων, εκθέσεις, καθώς και άλλες πολιτιστικές δράσεις του δήμου.
Παλιό Βυρσοδεψείο
Βρίσκεται επί των οδών Χρυσοστόμου Σμύρνης και Μπαλτατζή, λειτουργεί ως χειμερινός κινηματογράφος με την επωνυμία «Όνειρο», διαθέτει αναψυκτήριο και χώρο όπου γίνονται αθλητικά προγράμματα για παιδιά. Σημειώνουμε, επίσης, ότι στην πόλη λειτουργεί και ο θερινός δημοτικός κινηματογράφος «Σινέ Όνειρο», επί της οδού Νάξου 32.
Πολυχώρος Διδώ Σωτηρίου
Βρίσκεται επί των οδών Ιθάκης και Ελευθερίας, και φιλοξενεί παιδικό σταθμό, ΚΑΠΗ, καθώς και έναν χώρο όπου γίνονται αθλητικές δραστηριότητες για παιδιά.
Συγγραφή/επιμέλεια: Ειρήνη Ρηνιώτη
